Οταν τα δικαστήρια «εμποδίζουν» τις επενδύσεις

 

ste1Προ ολίγων ημερών, εκδικάστηκε εκ νέου στο Συμβούλιο της Επικρατείας μια υπόθεση ρουτίνας. Αφορά στην αμοιβή για σύμβαση μεταξύ μελετητικής εταιρείας και του ελληνικού Δημοσίου για την επέκταση και τη βελτίωση του πεδίου ελιγμών του αερολιμένα μεγάλου νησιού του Αιγαίου. Πιο συγκεκριμένα, αφορά δεύτερη αίτηση αναιρέσεως του γραφείου μελετών κατά απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών σε σχέση με την υπόθεση.

Οι λεπτομέρειες είναι αφόρητες, αλλά αυτό που κάνει την υπόθεση να ξεχωρίζει είναι οι ημερομηνίες: η σύμβαση μεταξύ του γραφείου και του Δημοσίου συνήφθη το σωτήριο έτος 1979 και το έργο παραδόθηκε το 1984. Η πρώτη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου δημοσιεύθηκε το 1991 και αναιρέθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) το 1999. Σήμερα, εν έτει 2013, εν μέσω προσφυγών κατά των εργασιακών αλλαγών του Μνημονίου, του PSI και των αποκρατικοποιήσεων, το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της χώρας εξετάζει εκ νέου μια υπόθεση που αφορά λιγότερο από 5 εκατ. δραχμές και ξεκινάει πριν η χώρα μας προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα.

Τέτοιες υποθέσεις γεμίζουν ντουλάπια, αίθουσες ολόκληρες, στο ΣτΕ, αποτρέποντάς το από το να ασχοληθεί εγκαίρως με κρίσιμα ζητήματα και οδηγώντας, πολλές φορές, σοβαρούς επενδυτές στα όρια της υπαρξιακής απόγνωσης. Αναίτιες αιτήσεις αναιρέσεων, καταχρηστική χρήση των ασφαλιστικών μέτρων από εταιρείες και ιδιώτες, η συντεχνιακή λογική υπό την οποία συχνά λειτουργούσαν δικηγόροι και δικαστές –οι μεν υπέρ της διόγκωσης της δικηγορικής ύλης, οι δε ενδιαφερόμενοι περισσότερο για περιορισμό του ωραρίου τους παρά για την ταχεία διεκπεραίωση των υποθέσεων– είχαν, σε βάθος χρόνου, ολέθρια αποτελέσματα. Στις αρχές του 2012, εκκρεμούσαν 31.909 δίκες στο ΣτΕ, ενώ ο μέσος όρος της καθυστέρησης για υπόθεση που είχε φτάσει ενώπιόν του ήταν πέντε έτη.

Δώδεκα μήνες αργότερα, ωστόσο, στις 31.12.2012, για πρώτη φορά στα σύγχρονα χρονικά του δικαστηρίου, υπήρξε ουσιώδης μείωση των εκκρεμών υποθέσεων, στις 27.966, καθώς εισήχθησαν μεν 6.734 υποθέσεις, αλλά περαιώθηκαν πάνω από δέκα χιλιάδες. Ενας από τους κύριους λόγους είναι ότι οι δικαστές έκαναν για πρώτη φορά μαζική χρήση της δυνατότητας διευθέτησης ξεκάθαρων υποθέσεων –που μεταφράζονται ως υποθέσεις που δεν θα έπρεπε ποτέ να έχουν φτάσει ενώπιόν του– σε συμβούλιο, χωρίς να πάνε στο ακροατήριο. Επιπλέον, με διάταξη του νόμου 4055/2012 ορίστηκε ότι σε αιτήματα ασφαλιστικών μέτρων, οι δικαστές μπορούν να εκδίδουν, εντός προθεσμίας 10 ημερών, μόνο το διατακτικό της απόφασης (αν δηλαδή τα ασφαλιστικά μέτρα εγκρίνονται ή όχι). Αν το διατακτικό είναι απορριπτικό, τότε μπορεί η προσβαλλόμενη επένδυση να προχωρήσει άμεσα, αντί να περιμένει εβδομάδες και μήνες για τη δημοσίευση της απόφασης.

Μεγαλύτερη –και, ως είθισται, διαστρεβλωμένη– δημοσιότητα έλαβε το αυξημένο παράβολο για τα ασφαλιστικά μέτρα κατά δημοσίων διαγωνισμών και προμηθειών. Η σχετική ρύθμιση, που συμπεριελήφθη στον νόμο 4111/2013, όριζε ότι το ποσό της προκαταβολής θα ισοδυναμούσε με το 1% της προϋπολογισθείσας αξίας του εν λόγω έργου, με ανώτατο όριο τις 50.000 ευρώ. Ο σκοπός της ρύθμισης ήταν να αποθαρρύνει τις αναίτιες προσφυγές στα διοικητικά δικαστήρια, που οδηγούσαν σε μεγάλες καθυστερήσεις στην επικύρωση και την υλοποίηση επενδύσεων.

Τον Απρίλιο, το ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματική τη ρύθμιση και το ύψος της προκαταβολής επανήλθε στο πρότερο επίπεδο των 100 ευρώ. Σε περίπτωση όμως απόρριψης των ασφαλιστικών μέτρων, παραμένει η υποχρέωση καταβολής του υψηλότερου ποσού. Αυτό έχει οδηγήσει σε ενστάσεις ότι το αυξημένο παράβολο περιορίζει την πρόσβαση των οικονομικά ασθενέστερων συμπολιτών μας στη Δικαιοσύνη. Πρόκειται για παρανόηση: η ρύθμιση αφορά μόνο εργολήπτριες εταιρείες. Το παράβολο που πληρώνει ένας απλός πολίτης που θέλει να προσφύγει κατά της υλοποίησης ενός έργου παραμένει, βάσει του νόμου 3900/2010, στα 150 ευρώ.
Ανεπαρκή προσοχή, τέλος, σχετικά με την αντιμετώπιση της προβληματικής νοοτροπίας εντός του δικαστικού σώματος έχει λάβει το άρθρο 90 του Ν. 4055, που προβλέπει μη παροχή μισθού και αναστολή δικαιώματος διακοπών για δικαστικούς λειτουργούς που δεν διεκπεραιώνουν σε εύλογο χρόνο υποθέσεις που τους έχουν ανατεθεί.

Του ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ

Πηγή: Η Καθημερινή

Speak Your Mind